- γενναιοτάτου
- γενναῑοτάτου , γενναῖοςtrue to one's birthmasc/neut gen superl sgγενναῑοτάτου , γενναῖοςtrue to one's birthmasc/neut gen superl sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Προυσός — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 860 μ.) του νομού Ευρυτανίας. Βρίσκεται NΔ του νομού. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (27 τ. χλμ.), στον οποίο ανήκουν και οι οικισμοί Άνω Εσωχώρια (υψόμ. 960 μ.), Κούλι (υψόμ. 840 μ.), Τσικνέικα και Ιερά Μονή Προυσού. Στον… … Dictionary of Greek